- φορυτόν
- φορυτόςwhatever the wind carries alongmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φορυτός — ὁ, ΜΑ σκουπίδια, σκύβαλα, που τά μεταφέρει ο άνεμος αρχ. 1. ξερά χορτάρια με τα οποία προστάτευαν από σπάσιμο τα πήλινα αγγεία («δός μοι φορυτόν, ἵν αὐτὸν ἐνδήσας φέρω», Αριστοφ.) 2. φρ. «βρωμάτων φορυτός» φαγητό με πολλά ανακατεμένα υλικά… … Dictionary of Greek